Πασχαλιάτικες ιστορίες και παροιμίες
«Όσα μύθια, όλα αλήθεια» λέει συχνά ο σοφός λαός μας που με την πλούσια και ζωηρή φαντασία του ευτράπελες πράξεις και λόγια ανθρώπων τα έκανε παροιμίες, πολλές φορές πολύ διδακτικές. Για παροιμίες και παροιμιώδεις φράσεις που σχετίζονται με το Πάσχα θα κάνουμε λόγο, παραθέτοντας και το περιστατικό απ΄ όπου προήλθαν για να γίνουν περισσότερο πιστευτές. Πηγή μας η αστείρευτη λαϊκή παράδοση, όπως αυτή προφορικά ή γραπτά διασώζεται. Το Πάσχα, η μεγάλη αυτή γιορτή της χριστιανοσύνης, κατέχει την υψηλότερη θέση στην ελληνοχριστιανική λατρεία και η Εβδομάδα των Παθών και η Ανάσταση του Κυρίου γιορτάζονται ακόμη με κατάνυξη και μεγαλοπρέπεια, ιδιαίτερα στην ελληνική ύπαιθρο.
Καθώς δείχν΄ η κολοκύθα ούτε φέτος, ούτε τ΄ χρόν΄ θάχουμε Πάσχα.
Ένας λένε, αγράμματος παπάς σε κάποιο ορεινό χωριουδάκι της Ρούμελης την Κυριακή της Αποκριάς, για να μη χάσει το λογαριασμό της ημέρας του Πάσχα, σοφίστηκε το εξής: Πήρε μια άδεια νεροκολοκύθα κι έριξε μέσα πενήντα σπόρια καλαμποκιού, όσες δηλαδή είναι και οι μέρες της Σαρακοστής. Κάθε μέρα που περνούσε έβγαζε και πετούσε κι από ένα σπόρο. Την ημέρα που θα τέλειωναν τα σπόρια θα ήταν η Κυριακή του Πάσχα. Οι χωρικοί, αγράμματοι κι αυτοί, ρωτούσαν κάπου κάπου τον παπά πόσες μέρες υπολείπονται μέχρι τη Λαμπρή. Αυτός για καλό και για κακό πήγαινε κρυφά, μέτραγε τα σπόρια της κολοκύθας κι έδινε τη σωστή απάντηση. Κάποια μέρα, στα μισά περίπου της Σαρακοστής, η παπαδιά ψάχνοντας το ταβάνι του σπιτιού βρήκε την κολοκύθα αναμερισμένη. Βλέποντάς τη που είχε μέσα καλαμπόκι νόμισε πως ο παπάς το έβαλε για σπόρο. Διάλεξε κι αυτή λοιπόν κάμποσα χοντρά σπόρια και γέμισε την κολοκύθα. Την άλλη μέρα το πρωί, όταν πήγε ο παπάς για το καθιερωμένο μέτρημα, έμεινε κόκαλο. Νόμισε πως ο θεός για να τους τιμωρήσει έκανε αυτό το θαύμα ώστε να συνεχιστεί η νηστεία της Σαρακοστής. Και όταν πλέον τον ρωτούσαν για το υπόλοιπο των ημερών αυτός απαντούσε με ιερό φόβο:
«Καθώς δείχν΄ η κολοκύθα ούτε φέτος, ούτε τ΄ χρόν΄ θάχουμε Πάσχα».
Θυμάται η γριά τον τριήμερο μαύρο χορό απ΄ κάνει.
Στα παλιά χρόνια στα χωριά μας, αλλά και σήμερα ακόμη, πολλοί νηστεύουν όλες τις μέρες της Σαρακοστής. Ειδικότερα όμως τότε κάθε βδομάδα, από την Τετάρτη το πρωί μέχρι την Παρασκευή νήστευαν απ΄ όλα. Δεν έβαζαν τίποτα στο στόμα τους παρά μονάχα νερό. Την Παρασκευή, μετά τη Λειτουργία των Προηγιασμένων, οι πιστοί παίρνοντας το αντίδωρο από το χέρι του παπά διέκοπταν την αυστηρή νηστεία ως την άλλη Τετάρτη. Αυτές οι τρεις μέρες Τετάρτη ,Πέμπτη, Παρασκευή, των επτά εβδομάδων της Σαρακοστής αποτελούσαν το τριήμερο της αυστηρής νηστείας. Στο τριήμερο μάλιστα της μεγάλης Εβδομάδας έπιναν ξίδι ανακατεμένο με καπνιά σε ανάμνηση «της χολής και του όξους» που ήπιε ο Χριστός πάνω στο Σταυρό. Κάποτε στο χορό της λαμπρής χόρευε και μια γριά καρδαμωμένη πια απ΄ το πασχαλινό αρνί. Όταν ήρθε η σειρά να σύρει το χορό οι κουτσομπόληδες την πείραζαν, έτσι για το καλό της ημέρας: «Θυμάται η γριά τον τριήμερο μαύρο χορό απ΄ κάνει».
Των αγγέλων ο δήμος κατεπλάγην …ο Μήτρος.
Το αναστάσιμο τροπάριο «των αγγέλων ο δήμος κατεπλάγην ορών σε» έψελνε τα χρόνια εκείνα ο παπάς την Κυριακή του Πάσχα με την πάσα μεγαλοπρέπεια σε κάποιο μικρό χωριό της ορεινής Φθιώτιδας. Την άλλη μέρα μια αγράμματη χωρική τον συνάντησε και του λέει με παράπονο: «Ικιόν το Δήμο τσ΄ Αγγέλως τον άγιασες στα διαβάσματα. Σι άκουσα σήμερα να λες τσ΄ Αγγέλως ου Δήμους κι τσ΄ Αγγέλως ου Δήμους. Δε λες τίποτα και για του δόλιου του δ΄κό μ΄ του Μήτρου. Να τον φ΄λάει η Παναούλα από πάσα κακό ικεί π΄ γυρνάει μέρα τσ΄ στράτες και τα ρ΄μάνια;»
Ο παπάς κατάλαβε πως η Μήτραινα παρεξήγησε τα λόγια του τροπαρίου. Γι΄ αυτό της υποσχέθηκε- αγράμματος γαρ κι αυτός- πως θα μνημονεύει στο μέλλον τακτικότατα και το Μήτρο, αφού η Μήτραινα προθυμοποιήθηκε να του πηγαίνει τακτικά τις μεγαλύτερες και πιο περιποιημένες λειτουργιές. Έτσι την άλλη Κυριακή ο παπάς κελαηδούσε το τροπάρι στον Όρθρο, προσαρμοσμένο βέβαια στον καημό της Μήτραινας: «Των αγγέλων ο δήμος κατεπλάγην …ο Μήτρος».
(Από τη συλλογή του Σεραφείμ Τσιτσά)