Ξενόγλωσσα τοπωνύμια του Δήμου Μακρακώμης
Στη γλώσσα μας καταχωνιάστηκαν ένα σωρό ξένες λέξεις, παρμένες απ’ αυτούς που κατά καιρούς ήρθαν στον τόπο μας σαν κατακτητές ή πλιατσικολόγοι. Στον ελλαδικό χώρο, από τον 8ο μέχρι και τον 20ό αιώνα, είχαμε διαδοχικές πληθυσμιακές εποικίσεις ξένων λαών, κατάλοιπα των οποίων είναι το πλήθος των τοπωνυμίων και λέξεων της καθημερινής ζωής που συναντώνται μέχρι και σήμερα. Αρνητικά και θλιβερά λείψανα, μια άχαρη κι απολιθωμένη αλήθεια. Εξαίρεση ίσως αποτελούν οι βλάχοι-νομάδες κτηνοτρόφοι-οι οποίοι εγκαταστάθηκαν σε όλες σχεδόν τις ορεινές περιοχές της χώρας και οι οποίοι σιγά σιγά αφομοιώθηκαν με τους ντόπιους πληθυσμούς. Η βλάχικη γλώσσα (λατινογενούς προέλευσης και ως επί το πλείστον προφορική) άφησε κι αυτή τα ίχνη της στη ντοπιολαλιά.
Η «τοπωνυμιολογία» είναι ένας πολύ ιδιαίτερος, σημαντικός και δύσκολος επιστημονικός τομέας. Η ερμηνεία ενός τοπωνυμίου απαιτεί γνώσεις ιστορίας, αρχαιολογίας, εθνολογίας, λαογραφίας, γλωσσολογίας, αλλά και τοπογραφίας. Στηριζόμενοι στην υπάρχουσα βιβλιογραφία και στην τοπική παράδοση θα προσπαθήσουμε, ως ερασιτέχνες ερευνητές, να προσθέσουμε ένα λιθαράκι στην τοπική ιστορία, προσεγγίζοντας ερμηνευτικά τα τοπωνύμια της περιοχής μας. Ιδιαίτερα θα ψηλαφίσουμε τα τοπωνύμια εκείνα που θεωρήθηκαν ξενόφερτα και που όλα σχεδόν αντικαταστάθηκαν. Αναφερόμαστε σε αυτά που φέρουν την κατάληξη –οβο και –ιανη και αποτελούν την πλειοψηφία της κατηγορίας αυτής.
Τοπωνύμια χωριών με κατάληξη –οβο
Κατ’ αρχήν το πρώτο ερώτημα-γρίφος είναι η κατάληξη -οβα και –οβο. Είναι σλαβική, όπως θεωρείται από πολλούς, ή όχι; Από αναφορά του Πλούταρχου ( Βίοι Παράλληλοι) μαθαίνουμε ότι η λέξη «οβα» σημαίνει στα ρωμαϊκά πρόβατο. Σε συνδυασμό μάλιστα με την ύπαρξη αρχαίων τοπωνυμίων στη Σαρδηνία, σε περιοχές ορεινές και κτηνοτροφικές, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η λέξη έχει ρωμαϊκή προέλευση και χρησιμοποιήθηκε ενδεχομένως από τους λατινόφωνους βλάχους. Άρα με βάση τα προαναφερθέντα η λέξη όβα και όβο δηλώνει προφανώς τον ορεινό και κτηνοτροφικό οικισμό. Εάν τελικά ένα τοπωνύμιο με κατάληξη –οβα ή –οβο έχει βλάχικη ή σλάβικη προέλευση το διαπιστώνουμε από το γλωσσικό θέμα του. Εάν η ρίζα του θέματος είναι βλάχικη ή αλβανική τότε έχει δοθεί από από τους βλάχους, διότι οι βλάχοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία, και ειδικά οι αρβανιτόβλαχοι, γνώριζαν και την αλβανική γλώσσα. Εάν η ρίζα του θέματος είναι σλαβική και ταυτόχρονα το ίδιο τοπωνύμιο συναντάται και σε άλλες βαλκανικές χώρες, τότε αυτό δόθηκε από τους Σλάβους. Τα τοπωνύμια με την κατάληξη –οβα και –οβο υπολογίζεται ότι αποτελούν το 10 με 15% περίπου των ξενόγλωσσων τοπωνυμίων του ελλαδικού χώρου. Στην επικράτεια του δήμου Μακρακώμης έχουμε δύο τέτοια τοπωνύμια.
Μούζντροβο
Είναι το Περιβόλι Σπερχειάδας. Ήταν βλαχοχώρι, καθώς βρισκόταν μέσα στο συμπαγή πυρήνα των βλαχοχωριών της Υπάτης. Πιθανότατα προέρχεται από τις αλβανικές λέξεις: muz=σούρουπο, σκοτάδι, dru= δέντρο, ξύλο και –οβο, και σημαίνει σκιερή, δασώδης, κτηνοτροφική περιοχή. Πράγματι το χωριό βρίσκεται στο βάθος ενός παραποτάμιου δασώδους αυχένα όπου λόγω των γύρω ορεινών όγκων ο ήλιος ανατέλει αργά και το απόγευμα δύει γρήγορα. Τέτοιο τοπωνύμιο δεν έχει εντοπιστεί στο βαλκανικό χώρο. Στη ντοπιολαλιά το συναντάμε και ως Μούσδροβο και Μούστροβο. Μετονομάστηκε το 1927.
Κούρνοβο
Είναι το Τρίλοφο. Εάν η αρχική του ονομασία ήταν Κόρνοβο, πιθανόν να προέρχεται από τη βλάχικη λέξη κόρνου=κρανιά και –οβο. Σημαίνει κτηνοτροφική περιοχή όπου φυτρώνουν τα φυτά κρανιές. Τέτοιο τοπωνύμιο επίσης δεν συναντάται πουθενά στα Βαλκάνια. Μετονομάστηκε το 1957.
Τοπωνύμια χωριών με κατάληξη –ιανη
Αρχάνι: Υπάρχει η εκδοχή ότι το όνομα φέρει την προέλευση από το χωριό Αρχάνες της Κρήτης. (Δ. Φλώρος, Φθιώτις,5,1959,42).
Γόριανη: (Περιοχή μεταξύ Σπερχειάδας και Άνω Καλλιθέας, όπου στο παρελθόν υπήρχε χωριό, το οποίο ερήμωσε μετά τον Εμφύλιο). Προέρχεται από το σλαβικό τοπωνύμιο Gorjane που σημαίνει τόπος βουνίσιος ή δασώδης. Στα σέρβικα υπάρχει η αντίστοιχη λέξη Gorjani και στα κροατικά Gorjan. (Χαρ. Συμεωνίδης 2010, τ. 1ος, σελ. 441 ).
Koυτσούφλιανη: (Οικισμός του Γαρδικίου). Κατά μία εκδοχή είναι ρουμανικής προέλευσης και σημαίνει τόπος με κοτσύφια. (Χαρ. Συμεωνίδης, 2010, τ. 1ος, σελ. 764). Κατά άλλη εκδοχή είναι βυζαντινής προέλευσης και μετασχηματίστηκε στη βλάχικη διάλεκτο. Υπάρχει τούρκικη λέξη «κουτσούκ», που σημαίνει μικρός, λίγος. (Γ . Σάρρος-Α. Στρατής, Ιστορία της Κουτσούφλιανης –Καλαμπάκας,2007, σελ. 11). Κατά την προσωπική μου άποψη η πιθανότερη εκδοχή είναι η εξής: Στα αρβανίτικα υπάρχει η λέξη φλάη, που σημαίνει ελαφρύς ύπνος, ύπνος στα πεταχτά. Ίσως λοιπόν να επικράτησε το όνομα Κουτσούφλιανη (μια νύχτα ύπνο, μια νύχτα στάση, λίγες ώρες ξεκούρασης) όταν πριν πολλά χρόνια οι τσελιγκάδες που ανεβοκατέβαιναν με τα κοπάδια τους από και προς τα βουνά του Γουλινά και της Οξυάς να έκαναν εκεί μια ολιγόωρη στάση ξεκούρασης.(Α. Στρατής, Λαογραφία της Κουτσούφλιανης, 2001, σελ. 14).
Μπρούφλιανη: (Δίλοφο). Φέρεται να είναι σλάβικης προέλευσης και συγκεκριμένα βουλγαρικής διαλέκτου, με δύο ερμηνείες: Τόπος με κισσούς, ή τόπος με ξύλινη γέφυρα.(Χαρ. Συμεωνίδης, 2010, τ. 1ος, σελ.1005).