Η κερασιά
Ήταν τέλη Μαΐου όταν δυο χωριατόπαιδα, μαθητές της Ογδόης Γυμνασίου, τα φώναξε ο μπαρμπα-Γιάννης να κόψουν το τριφύλλι, στη λογγιά, στο Μέγα Ρέμα, κοντά στο σπίτι του. Ένα στρέμμα χωράφι με μια κερασιά στην άκρη. Τα κεράσια της, πετροκέρασα, μεγάλα και πεντανόστιμα. Άρχισαν πολύ πρωί την άλλη μέρα, με μια κοσιά και συναλλάσονταν πότε ο ένας και πότε ο άλλος. Μαθημένοι ο Κώστας και ο Πάνος από τις δουλειές στο χωριό δεν δυσκολεύονταν να τα βγάλουν πέρα. Η ματιά τους όμως όλο και έπεφτε στα κλεφτά στα γινωμένα κεράσια, τα οποία η κυρα-Γιάνναινα τα πρόσεχε σαν κόρη οφθαλμού, για να τα στείλει στα παιδιά τους στην Αθήνα, αλλά και να κάνει και μια γυάλα γλυκό. Λες και μάντευε τις προθέσεις των παιδιών, κάθε λίγο και λιγάκι έβγαινε στο μπαλκόνι για να επιτηρεί την εργασία. Το μεσημεράκι, στην ώρα του κολατσιού, ο Πάνος σκαρφάλωσε στα γρήγορα και γέμισε τις τσέπες του κεράσια, ενώ ο άλλος είχε το νου του στα αφεντικά. Μη αντέχοντας τη λιγούρα, ανέβηκε και ο Κώστας. Το ίδιο σκηνικό. Τα ξέπλυναν με τα παγούρια τους και απόλαυσαν το επιδόρπιο, πετώντας τα κουκούτσια, για παν ενδεχόμενο, στο ρέμα.
Αργά το απόγευμα, μόλις τέλειωσε η δουλειά, φώναξαν το νοικοκύρη να τους πληρώσει και να φύγουν. Την ώρα της πληρωμής η διερευνητική του ματιά δεν άργησε να εντοπίσει ότι έλειπαν κεράσια. Τους έβαλε τις κατσάδες. Και τι δεν τους έσυρε! Με κατεβασμένα τα κεφάλια και χωρίς να πουν ούτε ένα ευχαριστώ ξεμάκρυναν. Δεν μπορούσαν να το χωνέψουν. Ακούς εκεί ... «λιμοτάγαρα»! Τόση αναισθησία! Χωρίς να σκεφθούν και πολύ σκαρφίστηκαν την εκδίκησή τους...
Ξημέρωσε η άλλη μέρα. Ο μπαρμπα- Γιάννης πηγαίνοντας να ρίξει μια ματιά στο χωράφι κόντεψε να πάθει συγκοπή. Όλα τα κλαδιά της κερασιάς ήταν κομμένα, με πριόνι, μόνο ο κεντρικός κορμός έμεινε όρθιος. Ήταν πεταμένα καμιά πενηνταριά μέτρα πιο κάτω, μέσα στο ρέμα και τσαλαπατημένα. Οι κατσίκες του γείτονα μακάριζαν την τύχη τους. Αναψοκοκκινισμένος και τρέχοντας προς την πλατεία, βάζει τις φωνές:
-Η κερασιά μου! Πάει η κερασούλα μου! Πού χαζεύει ο αγροφύλακας;
Η αυτοψία του αγροφύλακα δεν έβγαλε αποτελέσματα. Μετά από χρόνια μαθεύτηκε η αλήθεια.