Αρχαιολογικοί χώροι και ευρήματα της δυτικής κοιλάδας του Σπερχειού
Γράφτηκε παραπάνω ότι στα παλιά χρόνια υπήρχε μια οδική αρτηρία η οποία ένωνε τη Θεσσαλία με την Αιτωλία και τη Δωρίδα, δια μέσω της κοιλάδας του Σπερχειού και την οποία αναφέρουν αρκετοί Έλληνες και ξένοι ιστορικοί ερευνητές και αρχαιολόγοι. Ο δρόμος αυτός έχει συνδεθεί με ιστορικά γεγονότα από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα και απ’ ότι φαίνεται η χρήση του ανάγεται στη νεολιθική ακόμη εποχή. Η διαδρομή διαγράφεται εμφανής τόσο από τη μορφολογία του εδάφους, όσο και από μια σειρά οχυρώσεων κατά μήκος της. Από τη δυτική Όθρη διέρχεται την κοιλάδα του Σπερχειού και παρακάμπτοντας από ανατολικά τα υψώματα του Γουλινά ακολουθεί κατά ένα μεγάλο μέρος την κοίτη του ποταμού Ινάχου (Βίστριζα), διέρχεται από τις περιοχές Περιβολίου, Μαρμάρων και τα οροπέδια της δυτικής Οίτης και από έναν αυχένα μεταξύ Οίτης και Βαρδουσίων, όπου βρίσκονται η Ανατολή και η Δάφνη, διακλαδίζεται προς Καστριώτισσα και Μουσουνίτσα. Η σειρά των οχυρώσεων που καθορίζουν αυτή τη διαδρομή είναι της Μακρακώμης, Καστρορράχης, Ελληνικών, Περιβολίου και Μαρμάρων. Απομεινάρια αρχαίων οικισμών και οχυρώσεων που σχετίζονται με την ιστορία αυτής της περιοχής είναι:
Μακρακώμη: Η αρχαία Μακρά Κώμη τοποθετείται σε δυο λόφους, λίγο πιο πάνω από τη σημερινή κωμόπολη της Μακρακώμης, εκεί που είναι χτισμένο το εξωκλήσι του Προφήτη Ηλία. Σήμερα σώζονται ακόμα σημαντικά υπολείμματα του άλλοτε περίπου 1.550 μ. τείχους, το οποίο ήταν ενισχυμένο με πύργους και περιέκλειε έκταση 1.000 περίπου στρεμμάτων. Σε ψηλότερο λόφο, ύψους 485 μ., βρισκόταν χωριστά περιτειχισμένη ακρόπολη. Η πόλη πρέπει να είχε τότε σπουδαία σημασία διότι ήλεγχε τη στενή διάβαση δια μέσω της Γιαννιτσούς από και προς τη Θεσσαλία. Δεν μας είναι γνωστό πότε χτίστηκε. Τα όστρακα που βρέθηκαν μας βεβαιώνουν ότι το τείχος χρονολογείται στα 300 π.Χ. Χαρακτηριστικά ευρήματα είναι τα ντόπια πήλινα ελαφρά ψημένα σκεύη, σε κόκκινο προς πορτοκαλί χρώμα, ρωμαϊκής εποχής, τα οποία συναντώνται σε όλες τις αρχαίες τοποθεσίες της κοιλάδας. Η πόλη καταστράφηκε το 198 π.Χ. από τους Αιτωλούς.
Καστρόρραχη: Ο λόφος Καστρόρραχη ή Καστρορράχη βρίσκεται βόρεια του χωριού Φτέρη, κοντά στο Σπερχειό και απέναντι από το χωριό Βίτωλη. Οι δυο κορυφές του λόφου περικλείστηκαν από ένα τείχος, του οποίου ο τρόπος κατασκευής μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι χτίστηκε την ίδια εποχή μ’ αυτό της Μακρακώμης, γύρω στα 300 π.Χ. Από τα επιφανειακά ευρήματα υπερέχουν αριθμητικά κομμάτια μεγάλων αποθηκευτικών πιθαριών και κεραμιδιών, καθώς και όστρακα της τοπικής κοκκινωπής κεραμικής που χρονολογείται στην ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή. Λέγεται επίσης ότι έχουν βρεθεί και όστρακα νεολιθικής εποχής. Η τοποθεσία έχει ανακηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος, σύμφωνα με την αριθ. 1154/4-3-1964 απόφαση της Νομαρχίας Φθιώτιδας, (ΦΕΚ 91/Β της 19-3-1964). Στην επιστημονική λογοτεχνία η Καστρόρραχη ταυτίζεται με την αρχαία Σπέρχεια, η οποία καταστράφηκε κι αυτή το 198 π.Χ. από τους Αιτωλούς. Σε γειτονικό λόφο που ονομάζεται Μηλόραχη, έχει βρεθεί νεολιθική κεραμική καθώς και εποχής χαλκοκρατίας. Κατά την κ. Φανουρία Δακορώνια εκεί υπήρχε νεολιθικός οικισμός.
Ελληνικά: Τα Ελληνικά είναι το τρίτο από τα φρουριακά συγκροτήματα που φράζουν τη δυτική πλευρά της κοιλάδας του Σπερχειού. Το τείχος, του οποίου ένα μέρος διασώζεται, περιέχει μια σχεδόν τριγωνική κάτοψη και περικλείει δύο κορυφές του περίπου 600 μ. ψηλού λόφου, από το οποίο μπορεί κανείς να επιβλέπει ένα μεγάλο μέρος της κοιλάδας. Χρονολογείται ότι κι αυτό χτίστηκε το 300 π.Χ. Πολύ κοντά, νοτιοδυτικά της Φτέρης, βρέθηκε το 1972 ένα άγαλμα της Αφροδίτης, το οποίο χρονολογείται στον 1ο π.Χ. αιώνα και σήμερα βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λαμίας. Και η τοποθεσία αυτή έχει ανακηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος, σύμφωνα με την αριθ. 8945/23-8-1961, (ΦΕΚ 389/Β της 23-8-1961), απόφαση της Νομαρχίας Φθιώτιδας. Υποστηρίζεται ότι τα Ελληνικά και η Καστρόρραχη αποτελούσαν τμήμα της οχύρωσης της ίδιας πόλης, της Σπέρχειας. Η Σπέρχεια ή οι Σπερχειαί, ήταν ένας σπουδαίος σχετικά οικισμός όπως φαίνεται από το γεγονός ότι ένας κάτοικός της, ο Μένων, γιος του Ξενάρχου, αναφέρεται σε μια λίστα των θεοροδώκων στους Δελφούς.
Διασέριανη: Είναι τοποθεσία ανατολικά της Σπερχειάδας. Σε ένα λόφο της βρέθηκαν πολλά όστρακα τα οποία χρονολογούνται τουλάχιστον από τη 2η π.Χ. χιλιετία έως και τη ρωμαϊκή εποχή. Αξιοσημείωτη είναι η συγκέντρωση των οστράκων της προϊστορικής εποχής στην ανατολική πλευρά του λόφου, ενώ στη βόρεια πλευρά του υπερέχουν τα όστρακα από την 1η χιλιετία και αργότερα. Πλήθος θραυσμάτων από κεραμίδια σε αρκετά μεγάλη έκταση, πιστοποιούν την ύπαρξη πολλών κτισμάτων, από τα οποία ελάχιστα ίχνη βρίσκονται σήμερα στην επιφάνεια, λόγω της συνεχούς καλλιέργειας της περιοχής. Τα όστρακα και τα πολυάριθμα βαρίδια αργαλειού μαρτυρούν ότι ο οικισμός αυτός γνώρισε μεγάλη ακμή στην ελληνιστική περίοδο Πιθανολογείται το ενδεχόμενο ο οικισμός αυτός να είναι η Σπέρχεια. Ο Βορτσέλας ( Φθιώτις, σελ. 484) αναφέρεται στα ερείπια βυζαντινής πόλης, η οποία έφερε πιθανόν το σημερινό όνομα της τοποθεσίας αυτής. Ήδη η ΙΔ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων έχει αρχίσει δοκιμαστικές ανασκαφές στην περιοχή.
Περιβόλι: Κοντά στο Περιβόλι, που βρίσκεται χτισμένο στις όχθες του Ίναχου (Βίστριζα), υπήρχε ένας αρχαίος οικισμός, του οποίου υπολείμματα βρίσκονται μπροστά από τη βόρεια είσοδο του χωριού. Η πόλη εκτεινόταν από τους πρόποδες της περίβλεπτης ακρόπολης μέχρι το ποτάμι, σε μια κατολισθαίνουσα σήμερα πλαγιά. Η ακρόπολη αυτή, χτισμένη στην κορυφή του υψώματος Κοτρώνι, πιθανολογείται ότι χτίστηκε στα ελληνιστικά χρόνια, τότε που η Αινίδα ήταν μέρος της Αιτωλικής Συμπολιτείας. Τα παλαιότερα όστρακα πιθανόν ανήκουν ακόμα στην 3η χιλιετία π.Χ. Άλλα όστρακα από καλής ποιότητας αγγεία μαρτυρούν την ύπαρξη του οικισμού και στη μυκηναϊκή εποχή (2η χιλιετία π.Χ.). Υπάρχουν επίσης δείγματα όλων σχεδόν των ειδών κεραμικής της 1ης χιλιετίας π.Χ., όπου πάλι παρατηρείται μία ακμή κατά την περίοδο μετά τον 4ο αιώνα π.Χ. Στο πλάτωμα «Μπολιάνα» έχουν βρεθεί κατά καιρούς διάφορες αρχαιότητες, τάφοι, πιθάρια, νομίσματα, μία λαξευτή σαρκοφάγος που διαλύθηκε από σκαπτικό μηχάνημα, καθώς και επιγραφές. Στην ελληνιστική εποχή χρονολογείται και το σπουδαιότερο ίσως μνημείο που βρέθηκε μέχρι τώρα στη δυτική κοιλάδα του Σπερχειού και των παραποτάμων του: ένας μεγάλος τάφος χτισμένος από καλοδουλεμένους τετραγωνισμένους ογκόλιθους. Ανήκει στο λεγόμενο μακεδονικό τύπο με θολωτή στέγη. Το εσωτερικό των τοίχων ήταν καλυμμένο με κονίαμα και πιθανόν ζωγραφισμένο. Ένα τετράγωνο κτίσμα, με μεγάλους λίθους, κτίστηκε πάνω στο θάλαμο του τάφου, ίσως μεταγενέστερα. Ο αρχαιολόγος κ. Πάντος Πάντος, διατύπωσε την άποψη ότι το κτίσμα αυτό χρησιμοποιούνταν προφανώς ως «ηρώο» για τη νεκρολατρεία (Αρχαιολογικά ευρήματα από τη ΝΔ Αινίδα). Εκτιμά επίσης ότι ο τάφος είχε συληθεί ήδη από την αρχαιότητα, αλλά δεν έπαυσε να χρησιμοποιείται έως και τον 7ο αιώνα μ.Χ. Στα σημαντικότερα κτερίσματα του τάφου καταγράφεται και μια σειρά από λύχνους των υστερορωμαϊκών και παλαιοχριστιανικών έως πρωτοβυζαντινών χρόνων. Στους υστερορωμαϊκούς λύχνους ανήκουν μερικοί αττικοί λύχνοι με διάφορες παραστάσεις, ενώ οι υπόλοιποι είναι «βορειοαφρικανικού τύπου», του οποίου αποτελούν τοπικές, ελλαδικές απομιμήσεις, τουλάχιστον οι περισσότερα από αυτούς. Τα λυχνάρια αυτά χρονολογούνται, κατά τον κ. Πάντο, από το 400 έως το 700 π.Χ. Φέρουν στους ώμους τους διάφορα γεωμετρικά σχήματα και στο δίσκο συνήθως διάφορα είδη σταυρών ή εικονικές παραστάσεις, όπως: ένα παγώνι (συνηθισμένο παλαιοχριστιανικό σύμβολο), ένας κρατήρας με ένα πτηνό επάνω, μια γαζέλα κ.ά. Ένα λυχνάρι φέρει μια παράσταση της Αναλήψεως του Κυρίου. Ο κ. Πάντος, επικαλούμενος μια επιγραφική μαρτυρία, πιθανολόγησε την ονομασία αυτής της αρχαίας πόλης ή κώμης του Ινάχου: «Αριστέα». Σε συνεργασία του Δήμου με την αρμόδια υπηρεσία, ο προαναφερόμενος τάφος πρόκειται να μεταφερθεί αυτούσιος στη Σπερχειάδα, προς έκθεση.
Στην τοποθεσία Άγιος Γεώργιος, κοντά στο Περιβόλι, βρέθηκε ένα μικρό οχυρό με ανατολικό προσανατολισμό, πάνω από τη διάβαση του Ινάχου. Κτίστηκε πιθανότατα κατά τη ρωμαϊκή εποχή, όπως φαίνεται από την τειχοποιία του, τα λίγα όστρακα και μια ρωμαϊκή επιγραφή που βρέθηκαν εκεί. Ενισχύει την άποψη ότι φρουρούσε το πέρασμα που προαναφέραμε. (Φανουρία Δακορώνια: Τα υπομυκηναϊκά νεκροταφεία των τύμβων).
Μάρμαρα: Περίπου 4 χλμ. νοτιοανατολικά των Μαρμάρων βρίσκεται μια μικρής έκτασης οχύρωση, η οποία και έδωσε το όνομα στο χωριό. Η οχύρωση αυτή σχηματίζει ένα Π, με ατείχιστη την ανατολική πλευρά της, όπου ένας βράχος πέφτει κατακόρυφα σε βάθος μεγαλύτερο των 30 μ., απρόσιτη από εκεί. Το μικρό αυτό φρούριο, ελληνιστικής μάλλον περιόδου, φύλαγε το πέρασμα ενός παραποτάμου του Ινάχου.
Ένα από τα σημαντικά ευρήματα της περιοχής είναι και το νεκροταφείο των Μαρμάρων, που βρίσκεται νότια του χωριού και στη διαδρομή προς την Ανατολή. Η αρχαιολόγος κ. Φανουρία Δακορώνια, πρώην Προϊσταμένη της ΙΔ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, στο αξιόλογο πόνημά της: «Μάρμαρα. Τα υπομυκηναϊκά νεκροταφεία των τύμβων», Αθήνα 1987, μας δίνει χρήσιμες πληροφορίες για τους τάφους αυτούς, τις σπουδαιότερες των οποίων συνοπτικά αναφέρουμε:
- Το νεκροταφείο έχει αναπτυχθεί κατά μήκος ενός ορεινού περάσματος, που οδηγεί από τη Θεσσαλία δια μέσω της κοιλάδας του Σπερχειού και των σχηματισμών της δυτικής Οίτης προς Αιτωλία και Δωρίδα.
- Οι τάφοι, εκτός από δύο, ήταν ενταγμένοι σε τύμβους ιδιότυπους, με σκοπό να χρησιμοποιηθούν για τις ταφικές ανάγκες μιας οικογένειας.
- Ο τύπος τάφου είναι ο κιβωτιόσχημος μικρών διαστάσεων και εμφανίζεται σε τρεις μορφές: με πλάκες, με πλευρές κτιστές και μικτός.
- Η εικόνα που παρέχει η κεραμεική του νεκροταφείου συνίσταται από ένα δείγμα μεσοελλαδικών κυρίως παραδόσεων και μυκηναϊκών μιμήσεων. Τα αγγεία προέρχονται από ένα τοπικό εργαστήριο, που ο τεχνίτης του κατέχει τεχνικές παγιωμένες δια μέσω πολλών αιώνων.
- Τα χάλκινα κτερίσματα των τάφων μας δίνουν πληροφορίες ότι μάλλον πρόκειται για μια ομάδα ειρηνική- γεωργοκτηνοτροφική, με κλειστή οικονομία.
- Η ομάδα αυτή δεν έζησε επί πολλά χρόνια στην περιοχή, όπου έθαψε τους νεκρούς της και δεν ήταν ούτε πριν ούτε μετά εγκαταστημένοι εκεί.
- Οι νεκροί ανήκουν σε μια καθυστερημένη ορεινή δωρική ομάδα, που ήταν φορέας μυκηναϊκών και ντόπιων στοιχείων, η οποία μετά την εξασθένηση του μυκηναϊκού κόσμου κινήθηκε με βραδύ ρυθμό και ειρηνικά προς τις εγκαταλελειμμένες αγροτικές εκτάσεις των μυκηναϊκών περιοχών.
Όταν η περιοχή της Αινίδας ενσωματώθηκε στην Αιτωλική Συμπολιτεία (βλέπε την ιστορική αναδρομή), η γραμμή άμυνας των Αιτωλών μεταφέρθηκε βορειότερα, στην Αχαϊα Φθιώτιδα. Οι Αιτωλοί , όπως και οι Αινιάνες πρωτύτερα, γνώριζαν ποιες διόδους έπρεπε να φυλάξουν για να προστατεύσουν το εσωτερικό της Αιτωλίας από τα εχθρικά στρατεύματα που διαβαίνοντας την κοιλάδα του Σπερχειού θα κινούνταν εναντίον τους. Τα περάσματα αυτά ήταν ασφαλώς του Ινάχου και του Ρουστιανίτη, τα οποία και οχύρωσαν. Σαφέστατα οχυρωματικές θέσεις των Αιτωλών είναι και τα κτίσματα που συναντάμε στην περιοχή του Γαρδικίου:
Δυτικά του χωριού, διασώζονται ερείπια φρουριακού συγκροτήματος, τριγωνικού σχήματος και εκτάσεως 300 περίπου τ.μ. Κατά το παρελθόν βρέθηκαν εκεί αργυρά αρχαία νομίσματα Αιτωλών και Οιτέων, καθώς και πλάκα με την επιγραφή «Χαϊνι Γαρδίκι Επίσης, ανατολικά, στη διαδρομή προς το λόφο Άγιοι Θεόδωροι και στη θέση «Μάρμαρα», σώζονται τετραγωνικοί ογκόλιθοι, λείψανα τείχους αρχαίου οχυρού.
Επίσης σε άλλη θέση, στην βόρεια πλαγιά του Γουλινά και πάνω από το Νικολίτσι, που ονομάζεται κι αυτή «Μάρμαρα», διασώζονται ερείπια κτίσματος, κατά το Βορτσέλα πιθανόν βυζαντινού ναού. Ονομάζεται έτσι από μάρμαρα που βρέθηκαν στο χώρο αυτό. Το κτίσμα καταστράφηκε από σκαπτικά μηχανήματα κατά τη διάνοιξη δασικού δρόμου. Δεν αποκλείεται όμως το κτίσμα αυτό να είναι προγενέστερο και να χρησιμοποιούνταν ως «φυλακτήριο».
Πηγές:
Έρευνα του dr Wolfgang Schurman, Γερμανού αρχαιολόγου.
Δακορώνια Φανουρίας: «Μάρμαρα. Τα υπομυκηναϊκά νεκροταφεία των τύμβων», Αθήνα 1987.
«Ιστορική και αρχαιολογική επισκόπηση της κοιλάδας του Σπερχειού»,εφημ. Λαμιακός τύπος, αρ.φ. 16052.
Βορτσέλα Ιωάννη: «Η Φθιώτις» Αθήνα 1907.
Πάντου Πάντου: «Αρχαιολογικά ευρήματα από τη Ν.Δ. Αινίδα» Αθήνα 1992.